Ο Foucault θεωρεί πως η πηγή και η φύση της ψυχιατρικής εξουσίας του γιατρού έχουν συγκαλυφθεί από τις νόρμες του θετικισμού. Η αντικειμενικότητα των γνώσεων και της πρακτικής της ψυχιατρικής, "δεν ήταν τίποτε άλλο από μια "αντικειμενοποίηση" μαγικού χαρακτήρα, που μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τη συνενοχή του ίδιου του ασθενούς κι επίσης μόνον εφόσον ξεκινούσε από μια διάφανη και ξεκάθαρη ηθικολογική πρακτική, που όμως βαθμιαία ξεχάστηκε γιατί αντικαταστάθηκε από τον μύθο της επιστημονικής αντικειμενικότητας, που επέβαλε το θετικιστικό πνεύμα. [...]".
αντιγράφω από το ιντυ, από ένα πόστ του αντικαπιταλιστή...
Για τον “Λόγο” (ταυτότητα- προς- εαυτόν) η “τρέλα” είναι το αρνητικό του Λόγου (απουσία ή άρνηση). Σύμφωνα όμως με τον Foucault, ο Λόγος, που κατάγεται από μια διαίρεση μεταξύ του εαυτού του και του ετέρου του, δεν μπορεί να ανατρέξει μέχρι αυτήν την καταγωγή.[1] Εάν η ιστορία υποδηλώνει την πραγματοποίηση κάποιου έργου και την μεταβίβαση λόγου φορτισμένου με σημασία, τότε η ιστορία της τρέλας, δηλώνει ο Foucault, «είναι η ιστορία της δυνατότητας να υπάρξει ιστορία».
Στην πρώτη του λοιπόν μελέτη με τίτλο Η ιστορία της τρέλας[2] ο Foucault διερευνά τις ιστορικές συνθήκες εμφάνισης της διάκρισης μεταξύ λογικής και μη λογικής (ή τρέλας) ‘ μελετά τις συνθήκες που επέτρεψαν την ανάπτυξη των επιστημών της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας,[3] και παρουσιάζει την παρακμή του παλαιού καθεστώτος εγκλεισμού σε ιδρύματα και την γένεση του ασύλου στα τέλη του 18ου αιώνα.
«Το καθοριστικό, γράφει ο Foucault, είναι η χειρονομία που διαχώρισε την τρέλα, κι όχι η επιστήμη που καθιερώθηκε, όταν πια είχε συντελεστεί ο διαχωρισμός κι όταν η τάξη είχε αποκατασταθεί. Και πρώτιστη σε σημασία είναι η τομή που καθιέρωσε την απόσταση ανάμεσα στη λογική και στη μη-λογική, γιατί, ολοφάνερα, από εδώ ξεκινάει η καταδυνάστευση που ασκεί η λογική πάνω στη μη-λογική, και που στόχο της έχει να της στερήσει κάθε αλήθεια που μπορεί να κλείνει σαν τρέλα, σαν παράπτωμα ή σαν αρρώστια».[4]
Προς το τέλος του Μεσαίωνα και κατά την περίοδο της Αναγέννησης η «τρέλα» συνδεόταν με ιερές μορφές γνώσης οι οποίες θεωρείτο πως παρέχουν ενοράσεις γύρω από την ανθρώπινη κατάσταση. Την εποχή του Διαφωτισμού εμφανίζεται η διαφοροποίηση της τρέλας από τη λογική και η σύγχρονη επιστήμη είναι έτοιμη να αναδυθεί.[5] Ο μονόλογος της λογικής θα επιβάλει τη σιωπή.[6] Στόχος του Foucault: η επιστροφή στον «βαθμό μηδέν της ιστορίας της τρέλας, τη στιγμή που είναι ακόμη εμπειρία αδιαφοροποίητη»[7].
Κατά τον Μεσαίωνα οι λεπροί αποκλείονται από την υπόλοιπη κοινότητα έγκλειστοι μέσα σε ειδικά ιδρύματα (λεπροκομεία).[8] Οι δομές αυτές διαχωρισμού και αποκλεισμού θα διατηρηθούν σε λανθάνουσα κατάσταση μέσα στον δυτικό πολιτισμό για να ενεργοποιηθούν ξανά αργότερα, στην διάρκεια του 17ου και 18ου αιώνα, την "Εποχή της Λογικής".[9] Το 1656 ιδρύεται το Γενικό Νοσοκομείο του Παρισιού ενώ δημιουργούνται παράλληλα μεγάλοι οίκοι εγκλεισμού.[10] Τα γενικά νοσοκομεία δεν αποτελούσαν ιατρικά ιδρύματα αλλά τμήμα ενός συστήματος διοικητικής επιτήρησης για την αποκατάσταση της κοινωνικής ευταξίας. Μέσα σε αυτά στοιβάζονται άνεργοι, φτωχοί, εγκληματίες, "οι διεφθαρμένοι, οι έκλυτοι πατέρες, οι άσωτοι υιοί, οι βλάσφημοι, οι ακόλαστοι", οι "παράφρονες", οι "φρενοβλαβείς". Φαινομενικά, σκοπός των ιδρυμάτων αυτών ήταν να περιορίσουν την επαιτεία και την ανεργία ' οι έγκλειστοι όφειλαν να εργάζονται για να "συνεισφέρουν στην ευημερία του συνόλου". Εντούτοις, η πρακτική του εγκλεισμού, υποστηρίζει ο Foucault, και η ώθηση στην εργασία δεν είχαν αποκλειστικώς οικονομικά αίτια. Τον εγκλεισμό υποβαστάζει μια ηθική αντίληψη η οποία αντιτίθεται κυρίως στην απειθαρχία, στην "ηθική παραλυσία" ' η εργασία θεωρείται η κατάλληλη πρακτική μέσω της οποίας δύναται να επιτευχθεί η ηθική αναμόρφωση. Μέσα σε αυτούς τους χώρους καταναγκαστικών έργων, δίπλα στους υπόλοιπους έγκλειστους οι τρελοί θα ξεχωρίσουν ' όντας ανίκανοι να ακολουθήσουν τους εσωτερικούς ρυθμούς ζωής, ανίκανοι να εργαστούν, θα πρέπει να υπαχθούν σε ειδικό καθεστώς.
Στην περίοδο της Αναγέννησης η τρέλα «ήταν πανταχού παρούσα και μέτοχη σε κάθε εμπειρία, με τις εικόνες της ή τους κινδύνους της». Στην κλασική εποχή τη δείχνουν, αλλά «πίσω από τα κάγκελα», φρουρούμενη από μια λογική που δεν έχει πια καμία συγγένεια μαζί της και "που δεν πρέπει να νιώθει διακυβευμένη εξαιτίας της υπερβολικής τους ομοιότητας".[11] Ο εγκλεισμός του 17ου θα επιβάλει την εργατικότητα, μια ηθική ενάρετης διαγωγής και φιλοπονίας, θα επιφέρει την αστυνόμευση της αλητείας, της έκλυσης και της ανεργίας. Σ' αυτό το πλαίσιο οι τρελοί προσβάλουν την δημόσια ευπρέπεια, θα διαχωριστούν από τις άλλες "μη λογικές" ομάδες. Αν και έγκλειστοι οι παράφρονες επιδεικνύονται, θεωρούνται σχεδόν ως μέλη ενός άλλου είδους, ανθρώπινα όντα χωρίς λογική, πλάσματα με αχαλίνωτο ζωώδη χαρακτήρα ' η παιδαγωγική που θα εφαρμοστεί πάνω τους, με πειθαρχικά μέτρα θα επιδιώξει να δαμάσει την ελεύθερη ζωώδη πλευρά της τρέλας.
Τον 18ο αιώνα, τα ιδρύματα εγκλεισμού αρχίζουν να προκαλούν ανησυχία και φόβο. Η φυλακισμένη στα πρώην λεπροκομεία μη λογική θα συνδεθεί με ιδέες μόλυνσης και αρρώστιας. Στο όριο μεταξύ ηθικής και ιατρικής, οι πυρετοί, οι αρρώστιες και ο μολυσμένος αέρας των οίκων εγκλεισμού, ο φόβος της διαφθοράς, η αντίληψη που ήθελε τους κατοίκους τους εκτεθειμένους σε αναθυμιάσεις, στη "σύψη και τη μόλυνση" θα σηματοδοτήσει τη σύνδεση των εννοιών της μη λογικής και της αρρώστιας. "Πολύ πριν ακόμη διατυπωθεί, γράφει ο Foucault, το πρόβλημα του να μάθουμε σε ποιόν βαθμό ο παραλογισμός είναι παθολογικός, είχε κιόλας σχηματιστεί, μέσα στον χώρο της εγκάθειρξης [...], ένα κράμα καμωμένο από τη φρίκη του παραλογισμού και από τις παλιές ιδεοληψίες για τη λέπρα". Μέσα στη ζοφερή αυτή ατμόσφαιρα αποσύνθεσης θα κάνει την εμφάνισή της η μορφή του γιατρού. «Ο homo medicus δεν κλήθηκε στον κόσμο της εγκάθειρξης για να παίξει το ρόλο διαιτητή, για να κάνει τη μοιρασιά και να διαχωρίσει τι ήταν έγκλημα και τι τρέλα, τι ήταν κακό και τι αρρώστια, αλλά μάλλον σαν φύλακας, για να προστατέψει τους άλλους από τον διάχυτο κίνδυνο που αποπνέανε οι τοίχοι της εγκάθειρξης».[12]
Την ιατρικοποίηση της τρέλας, δεν θα πρέπει να την εκλάβουμε, υποστηρίζει ο Foucault, ως μια ένδειξη προόδου στην κατανόηση των συμπτωμάτων ' αντιπροσωπεύει μάλλον μια "παράξενη οπισθοδρόμηση" παρά μια βελτίωση της γνώσης. Δεν έχουμε δηλαδή να κάνουμε εδώ με ένα κίνημα αναμόρφωσης, αλλά με μια προσπάθεια εξαγνισμού των ιδρυμάτων για να αποτραπεί ο κίνδυνος μόλυνσης των πόλεων. Ο μετασχηματισμός της κατανόησης της τρέλας και η αποενοχοποίηση των τρελών δεν μπορεί να αποδοθεί σε ανθρωπισμό. Οι επικρίσεις κατά του εγκλεισμού τον 18ο αιώνα αφορούσαν λιγότερο την ίδια την πρακτική αυτή και περισσότερο τις διαμαρτυρίες των υπόλοιπων έγκλειστων για τις πιθανές επιδράσεις αυτής της συγκατοίκησης. Ο στόχος δεν ήταν η απελευθέρωση των τρελών ' με μια αντίθετη κίνηση η τρέλα συνδέθηκε ακόμη στενότερα με την εγκάθειρξη.
Η ανάδυση μιας υποτιθέμενης "ανθρωπιστικής φροντίδας" και αγωγής για τους τρελούς έχει παραδοσιακά συνδεθεί με τα ονόματα των Pinel και Tuke.[13] Η γένεση του ασύλου την περίοδο αυτή θεωρείται σύμπτωμα ιατρο-επιστημονικής προόδου. Όμως για τον Foucault το συμπέρασμα αυτό είναι μάλλον αβάσιμο: αυτό που στην πραγματικότητα λαμβάνει χώρα την εποχή εκείνη δεν είναι η απελευθέρωση των τρελών από την εξουσία, αλλά μάλλον ο επανορισμός τους ως υποκειμένων εξουσίας και αντικειμένων γνώσης μέσα στο άσυλο.
Οι Pinel και Tuke, κατήργησαν τον κτηνώδη σωματικό περιορισμό, για να εφαρμόσουν στη θέση του μια σειρά μορφών ελέγχου, τιμωριών όπου κρινόταν απαραίτητο, και τυποποιημένων δραστηριοτήτων που στόχο είχαν την επιβολή και εσωτερίκευση συγκεκριμένων ηθικών αξιών και κωδίκων συμπεριφοράς. Τα μέτρα αποσκοπούσαν στην αυτοσυγκράτηση μέσω της εργασίας και της παρατήρησης, στον περιορισμό της τρέλας μέσω ενός συστήματος «ανταμοιβής και τιμωρίας, απαραίτητη προϋπόθεση για τη λειτουργία του οποίου ήταν η συνεργασία και η υποταγή των ψυχοπαθών». Περνάμε, σύμφωνα με τον Foucault, από "έναν κόσμο της αποδοκιμασίας σε ένα σύμπαν της Κρίσης" ' μια ψυχολογία της τρέλας αναδύεται μέσα από ένα βλέμμα που την παρατηρεί και την κρίνει από τις πράξεις της. "Η τρέλα υπάρχει πια μόνο σαν κάτι θεατό" ' το πλησίασμα που καθιερώνεται μέσα στο άσυλο "δεν είναι διόλου του είδους που θα επιτρέψει την αμοιβαιότητα: είναι απλά γειτόνεμα με το βλέμμα που επιτηρεί, που κατασκοπεύει, που πλησιάζει για να βλέπει καλύτερα. Η επιστήμη των διανοητικών παθήσεων, έτσι όπως διαμορφωνόταν στα άσυλα, δεν μπορούσε να ανήκει παρά στην τάξη της παρατήρησης και της ταξινόμησης".[14] Μέσα από το δίδυμο, λοιπόν, των τεχνολογιών επιτήρησης και κρίσης αναδύεται ανάμεσα στους φύλακες και τους ασθενείς η μορφή ενός φορέα λογικής και όχι σωματικής καταπίεσης: αυτή του "επόπτη" και αργότερα του "ψυχιάτρου". Η παρέμβαση του γιατρού αρχικά δεν προϋπέθετε καν την κατοχή ειδικών ιατρικών ικανοτήτων ή σχετικών αντικειμενικών γνώσεων ' το εξουσιαστικό κύρος του γιατρού απέρρεε μάλλον από χαρακτηριστικά "σοφού" ή "ενάρετου". Δεν πρόκειται λοιπόν για την είσοδο, στο άσυλο, της ιατρικής επιστήμης αλλά μιας συγκεκριμένης προσωπικότητας. Η ψυχιατρική πρακτική του γιατρού δεν οδηγούσε στην θεραπεία μέσα από την ιατρική γνώση - βάση της θαραπευτικής δύναμης ήταν το ηθικό του κύρος: "[...] Πατέρας και Κριτής, Οικογένεια και Νόμος ' η ιατρική πρακτική του για πολύ καιρό δεν ήταν τίποτε άλλο πέρα από ένα συμπλήρωμα στα παλιά λατρευτικά έθιμα της Τάξης, της Εξουσίας και της Τιμωρίας".[15] Έτσι, η θεραπευτική εξουσία του γιατρού πήγαζε ουσιαστικά από τις δομές και τις αξίες της αστικής εξουσίας.
Ο Foucault θεωρεί πως η πηγή και η φύση της ψυχιατρικής εξουσίας του γιατρού έχουν συγκαλυφθεί από τις νόρμες του θετικισμού.[16] Η αντικειμενικότητα των γνώσεων και της πρακτικής της ψυχιατρικής, γράφει, "δεν ήταν τίποτε άλλο από μια "αντικειμενοποίηση" μαγικού χαρακτήρα, που μπορούσε να πραγματοποιηθεί μόνο με τη συνενοχή του ίδιου του ασθενούς κι επίσης μόνον εφόσον ξεκινούσε από μια διάφανη και ξεκάθαρη ηθικολογική πρακτική, που όμως βαθμιαία ξεχάστηκε γιατί αντικαταστάθηκε από τον μύθο της επιστημονικής αντικειμενικότητας, που επέβαλε το θετικιστικό πνεύμα. [...] Αυτό που ονομάζουμε ψυχιατρική πρακτική δεν είναι παρά μια ηθική τακτική, σύγχρονη με το τέλος του 18ου αιώνα, [...]".[17]
Τη σημασία της ιατρικής θα εξετάσει ο Foucault διεξοδικά στη μελέτη του Naissance de la clinique. Πρόκειται για μια "αρχαιολογία της ιατρικής αντίληψης" της οποίας η μέθοδος διαφέρει από το έργο για την τρέλα: ενώ η μελέτη της τρέλας πλησιάζει μια αντίληψη σχετικά με ένα ανώνυμο και γενικό υποκείμενο της ιστορίας" το κείμενο για την ιατρική θεωρείται ότι αποκαλύπτει μια “συχνή χρήση δομικής ανάλυσης”.[18]
____________________________________________________
[1] Το άφατο, το ανείπωτο, το ανέκφραστο στις συνθήκες του Λόγου…Το ζήτημα για τους επικριτές του Foucault είναι: πώς να αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα της επιτελεστικής αντιφάσεως, σύμφωνα με την οποία είναι αδύνατη η κριτική στον Λόγο παρά μόνο με τα μέσα του ίδιου του Λόγου. Σχετικά με τη συζήτηση των Foucault και Derrida για το cogito και την τρέλα βλπ. το Τρέλα και φιλοσοφία, μτφρ. Κ. Παπαγιώργης, εκδ. Ολκός 1998 ‘ επίσης το κείμενο “M. Foucault, J. Derrida: cogito και Ιστορία της τρέλας” στο Μιχάλης Καραχάλιος: Έριδες μεταφιλοσοφίας, εκδ. Πλέθρον 2001, σελ. 33 έως 49.
[2] Αγγλική έκδοση: Madness and Civilization. Ελληνική μετάφραση του γαλλικού πρωτοτύπου Histoire de la jolie, a l’age classique, εκδ. Plon 1964: Η ιστορία της τρέλας, μτφρ. Φρ. Αμπατζοπούλου, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 1975.
[3] Τα ερωτήματα για την ψυχική αρρώστια, την ψυχολογία και την ψυχιατρική πραγματεύεται ο Michel Foucault στο βιβλίο του Mental Illness and Psychology. Ελλ. Έκδοση: Ψυχική Αρρώστεια και Ψυχολογία, μτφρ. Τ. Γιατζόγλου, εκδ. Ελεύθερος Τύπος , 1988.«Κάτω από ποιες συνθήκες μπορεί κανείς να μιλάει για αρρώστια στο χώρο της ψυχολογίας; Ποιες σχέσεις μπορεί να ορίσει κανείς ανάμεσα στα δεδομένα της ψυχοπαθολογίας και σε εκείνα της οργανικής παθολογίας;» (Ψυχική Αρρώστεια και Ψυχολογία, σελ. 7).
[4] Michel Foucault: Η ιστορία της τρέλας, μτφρ. Φρ. Αμπατζοπούλου, εκδ. Ηριδανός, Αθήνα 1975, σελ. 5-6. (Οι υπογραμμίσεις, οι τονισμοί γενικά σε όλο κείμενο είναι δικοί μου).
[5] Από τον Μεσαίωνα μέχρι την Αναγέννηση «η σύγκρουση του ανθρώπου με την τρέλα ήταν μια σύγκρουση δραματική, η οποία τον έφερνε αντιμέτωπο με τις μυστικές δυνάμεις του κόσμου. [...] Στην εποχή μας, η τρέλα φιμώνεται μέσα στη μακαριότητα μιας επιστημονικής γνώσης που την αναλύει τόσο υπερβολικά, ώστε στο τέλος την ξεχνάει». (ό.π., σελ. 8).
[6] Βλπ. γενικά: Η ιστορία της τρέλας, Εισαγωγή σελ. 5-8.
[7] Η ιστορία της τρέλας, σελ. 5.
[8] Βλπ. Η ιστορία της τρέλας, σελ. 9-12.
[9] «Η λογικότητα, εξαπλωμένη σε διαφορετικές σφαίρες της ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες, προσπάθησε να πραγματοποιήσει το ιδανικό της Τάξης και της λογικής διαύγειας που η φιλοσοφική παράδοση είχε προσδιορίσει σαν Λόγο, σ’ αντίθεση με τη σύγχυση και το πάθος. Όμως δεν πραγματώθηκε μόνο σαν επιστήμη, αλλά και σαν γραφειοκρατία, σαν καταναγκασμός, σαν κρατική βία, σαν στρατόπεδο συγκεντρώσεως. [...] “Ο «λογικευμένος άνθρωπος» σαν τρόπο ύπαρξης υιοθετεί την άρνηση: διαλέγει την δυσπιστία, αναλώνεται στην αμφιβολία, περιφρονεί κάθε υπέρβαση, καταδικάζει το σώμα και τη ζωή γιατί φοβάται τους κραδασμούς της, κριτικάρει τη λογική – που ωστόσο αυτός επινόησε κι όλα αυτά από φόβο μη δει τον άνθρωπο να ξεπερνά τα όρια του επιτρεπτού” (F. Chatelet)». (Η ιστορία της τρέλας, σημείωση 1, κεφ. 2ο).
[10] Βλπ. Η ιστορία της τρέλας, κεφ. “Η μεγάλη εγκάθειρξη”, κυρίως σελ. 44-63.
[11] Η ιστορία της τρέλας, σελ. 87.
[12] ό.π., σελ. 204.
[13] Βλπ. γενικά Η ιστορία της τρέλας, σελ. 235-267.
[14] Η ιστορία της τρέλας, σελ. 242-3.
[15] ό.π., σελ. 262.
[16] Γενικά ο Foucault θεωρεί πως βασικό λάθος του θετικισμού είναι το ότι εκλαμβάνει τις αιτίες για αποτελέσματα: για τον Foucault εκείνο που επιτρέπει την γέννηση μιας επιστήμης αλλά και ασκεί διαρκώς έλεγχο πάνω της δεν είναι τα επιτεύγματα της επιστημονικής γνώσης, αλλά η υποσυνείδητη δομή των πολλαπλών σημασιών, που συνιστούν την αλήθεια κάθε εποχής. Έτσι η ιστορία των επιστημών παραχωρεί τη θέση της στην αρχαιολογία της γνώσης, δηλαδή στη διερεύνηση του υπόβαθρου (υποσυνείδητου) των επιστημών. (βλπ. Η ιστορία της τρέλας, σημείωση 12, κεφ. 3ο ).
[17] ό.π., σελ. 265. Μετά την αποκρυστάλλωση αυτή της σχέσης γιατρού - ασθενή, ο Freud θα αντικαταστήσει την τεχνική της σιωπής και της παρατήρησης με εκείνη της εξομολόγησης.
[18] βλπ. Barry Smart, 1984: Michel Foucault. Tavistock, London, κεφ. 1, "Major themes and issues", σελ. 18-46.